Home > Term: ζυγωτό
ζυγωτό
Ένα γονιμοποιημένο ωάριο με τον διπλοειδή αριθμό χρωμοσωμάτων που σχηματίζεται από την Ένωση των πυρήνων του αρσενικούς και θηλυκούς γαμέτες.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Natural environment
- Category: Coral reefs
- Organization: NOAA
0
Looja
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)