Home > Term: αναδάσωση
αναδάσωση
Τεχνητή ή φυσική αποκατάσταση των δασών σε μια περιοχή που ήταν προηγουμένως υπό την δασική κάλυψη.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Environment
- Category: Environment statistics
- Company: United Nations
0
Looja
- Golgotha
- 100% positive feedback