Home > Term: άζωτο (N2)
άζωτο (N2)
Ένα άοσμο, άχρωμο, γενικά αδρανές αέριο. Αποτελείται από 79% της γήινης ατμόσφαιρας σε ελεύθερη κατάσταση.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Energy
- Category: Natural gas
- Company: AGA
0
Looja
- ml09s5k
- 100% positive feedback
(Leeds, United Kingdom)