Home > Term: τοπική αναισθησία
τοπική αναισθησία
Μια ουσία που χρησιμοποιείται για να μπλοκάρει προσωρινά την αίσθηση των νεύρων στην περιοχή όπου εφαρμόζεται.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Medical devices
- Category: Cardiac supplies
- Company: Boston Scientific
0
Looja
- KATRAT
- 100% positive feedback