Home > Term: μη αναστρέψιμη αλλοίωση
μη αναστρέψιμη αλλοίωση
Αλλαγή από την κανονική δομή ή συνάρτηση που εξακολουθεί να υφίσταται ή συνεχίζει μετά την παύση της έκθεσης του οργανισμού.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Biology; Chemistry
- Category: Toxicology
- Company: National Library of Medicine
0
Looja
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)