Home > Term: ενδοδερμική
ενδοδερμική
Στο εσωτερικό ή μεταξύ των επιπέδων του δέρματος. Ορισμένα ναρκωτικά δίνονται ως ενδοδερμικών ενέσεων.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Health care
- Category: AIDS prevention & treatment
- Company: National Library of Medicine
0
Looja
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)