in vitro
Μια διαδικασία που λαμβάνει χώρα στο εργαστήριο (π.χ., σε καλλιέργεια κυττάρων).
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Medical
- Category: Stem cell research
- Company: KUMC
0
Other terms in this blossary
Looja
- IreneK
- 100% positive feedback
(Athens, Greece)