Home > Term: humectant
humectant
Μια ουσία η οποία διατηρεί σε υγρασία. Υγροσκοπικά προστίθενται προϊόντων μαλλιών να moisturize και να αποτραπεί η ξήρανση.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Personal care products
- Category: Shampoo
- Company: Shampoo.com
0
Looja
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)