Home > Term: φθοριούχων αλάτων
φθοριούχων αλάτων
Αέρια, στερεά ή διαλυμένων ενώσεων που περιέχουν φθόριο που προκύπτουν από βιομηχανικές διεργασίες. Υπέρογκα ποσά στα τρόφιμα μπορεί να οδηγήσει σε φθορίωση.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Environment
- Category: Environment statistics
- Company: United Nations
0
Looja
- Golgotha
- 100% positive feedback