Home > Term: Αραιό
Αραιό
Για να κάνετε κάτι λεπτότερο, πιο αδύναμη, λιγότερο συμπυκνωμένο ή λιγότερο καθαρά προσθέτοντας κάτι σε αυτό.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Health care
- Category: Cancer treatment
- Company: U.S. HHS
0
Looja
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)