Home > Term: απόκλιση
απόκλιση
(1) Αναχώρηση από ένα καθορισμένο requirement.~(2) a γραπτή άδεια, χορηγείται πριν από την κατασκευή ενός στοιχείου, να παρεκκλίνει από μία συγκεκριμένη απαίτηση απόδοσης ή σχεδιασμό για ένα συγκεκριμένο αριθμό μονάδων ή για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Σημείωση: σε αντίθεση με μια μηχανική αλλαγή, απόκλιση δεν απαιτεί αναθεώρηση της τεκμηρίωσης που καθορίζουν το στοιχείο που έχει επηρεαστεί.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Computer; Software
- Category: Software engineering
- Organization: IEEE Computer Society
0
Looja
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)