Home > Term: χρώμιο (Cr)
χρώμιο (Cr)
Στοιχείο κράσεως που αποτελεί την πρώτη ύλη βασικές από ανοξείδωτο χάλυβα για προσδίδει αντοχή στη διάβρωση. Μια ταινία που φυσικά φόρμες στην επιφάνεια από ανοξείδωτο χάλυβα self-repairs με την παρουσία του οξυγόνου εάν χάλυβα είναι κατεστραμμένο μηχανικά ή χημικά και έτσι δεν επιτρέπει στη διάβρωση από που σημειώνονται.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Metals
- Category: Steel
- Company: Michelle Applebaum Research
0
Looja
- Andreas
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)