Home > Term: chemosterilant
chemosterilant
Φυτοφαρμάκων χημικά που ελέγχει παράσιτα καταστρέφει την ικανότητα τους για γονιμοποίηση.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Environment
- Category: Environment statistics
- Company: United Nations
0
Looja
- Golgotha
- 100% positive feedback