Home > Term: άσθμα
άσθμα
Μια χρόνια ασθένεια στην οποία στους βρόγχους αεραγωγούς στους πνεύμονες να μικρύνει και swollen, καθιστώντας δύσκολο να αναπνέει. Συμπτώματα περιλαμβάνουν καταρροή, βήχας, στεγανότητα στο στήθος, δύσπνοια ανάσα και γρήγορη αναπνοή. Επίθεση μπορεί να ασκηθεί τρίχες ζώων συντροφιάς, σκόνη, καπνό, γύρη, μούχλα, άσκηση, ψυχρού αέρα ή άγχος.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Health care
- Category: Cancer treatment
- Company: U.S. HHS
0
Looja
- eumelia.ganis
- 100% positive feedback
(Larissa, Greece)