Home > Term: κεραία
κεραία
Ένα από τα ζεύγη, ευέλικτη και συνένωση αισθητήρια εξαρτήματα στο κεφάλι του ένα καρκινοειδές, ένα έντομο ή ένα myriapod (π.χ., μια σαρανταποδαρούσα).
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Natural environment
- Category: Coral reefs
- Organization: NOAA
0
Looja
- Αλεξανδρος
- 100% positive feedback
(Thessaloniki, Greece)