Home > Term: ενηλίκων
ενηλίκων
Μια πλήρως ανεπτυγμένη και σεξουαλικά ώριμη ζώο, φυσικά μπορεί να αυτοαναπαραχθεί υπό κατάλληλες συνθήκες φυσιολογικών, οικολογική και sociobiological.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Natural environment
- Category: Coral reefs
- Organization: NOAA
0
Looja
- Khrysaor
- 100% positive feedback