Home > Term: virescent
virescent
Νέα σπορόφυτα που είναι σχεδόν λευκό ή ελαφρώς κίτρινο ως αποτέλεσμα την καθυστερημένη ανάπτυξη των χλωροπλαστών. Αργότερα φυτού σταδιακά πρασινίζει.
- Sõnaliik: noun
- Valdkond/domeen: Agriculture
- Category: Rice science
- Company: IRRI
0
Looja
- Golgotha
- 100% positive feedback